Cacear - ορισμός. Τι είναι το Cacear
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Cacear - ορισμός


Cacear      
v. i. Náut.
Caçar, garrar, descair (o navio).
(De caça)
cacear      
(caça+ear) vint Náut Caçar, descair, garrar (o navio).
cacear      
v. (-1651 cf. DJC)
-mar
1 int. encontrar-se (a embarcação) com a ré descaída, pelo fato de a âncora não ficar presa ao fundo; abater
2 int. estar (a embarcação) fora de rumo, propositalmente ou devido à ação de vento ou corrente, ataque inimigo etc.; abater, descair
3 int. soltar-se (a embarcação) da amarra, quando fundeada
-etim orig.duv., prov. do lat.vulg. captiare do cl. capto,as,ávi,átum,áre 'tomar, apanhar, agarrar', sendo assim f.divg. de caçar ; ver caç- e 1 cap- -sin/var garrar -hom caceia(3ªp.s.), caceias(2ªp.s.)/ caceia (s.f.) e pl.